- εὐόδως
- εὔοδοςeasy to passadverbialεὔοδοςeasy to passmasc/fem acc pl (doric)εὐοδόωhelp on the wayimperf ind act 2nd sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Εὐόδως — Εὔοδος easy to pass masc acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εύοδος — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο μάρτυς (1ος αι.). Προσηλυτίστηκε στον χριστιανισμό από τους Αποστόλους και μαρτύρησε με ξίφος μαζί με τα αδέλφια του, Ερμογένη και Καλλίστη. Η μνήμη του τιμάται την 1η Σεπτεμβρίου. 2. Ο απόστολος… … Dictionary of Greek
ՊԱՐԾ — ( ) NBH 2 0635 Chronological Sequence: Early classical մ. Արմատ Պարծելոյ. լծ. ընդ Պերճ, եւ բարձր. εὑοδώς expedite. Պարծանօք. սիգաճեմ. ազատաքայլ. համարձակ. ... *Երեք են որ պարծ շրջին. կորիւն առիւծու ... աքաղաղ. նոխազ Առակ. լ. 29 … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)